μαρτυράω

μαρτυράω
μαρτυράω / μαρτυρώ, μαρτύρησα βλ. πίν. 58 και πρβλ. μαρτυρώ
——————
Σημειώσεις:
μαρτυράωμαρτυρώ : με την έννοια βασανίζομαι, παιδεύομαι χρησιμοποιείται κυρίως στον αόριστο (μαρτύρησα).
Απαντάται στο γ' πρόσωπο του ενεστ. με την ειδική έννοια φανερώνει, αποτελεί μαρτυρία (π.χ. Η ύπαρξη του οβελίσκου μαρτυρεί πως ο χώρος αυτός ανήκει στη Γαλλική Δημοκρατία [Καθημ. 5/4/91]).
Το μαρτυρείται σημαίνει και αναφέρεται (σε κείμενο, πηγή κτλ.).

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • μαρτυρώ — μαρτυρώ, μαρτύρησα βλ. πίν. 73 και πρβλ. μαρτυράω Σημειώσεις: μαρτυράω – μαρτυρώ : με την έννοια βασανίζομαι, παιδεύομαι χρησιμοποιείται κυρίως στον αόριστο (μαρτύρησα). Απαντάται στο γ πρόσωπο του ενεστ. με την ειδική έννοια → φανερώνει,… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”